Από αποθήκη στην Καλλιθέα,στο μουσείο της Μπαρτσελόνα ~ ΚΑΛΛΙΘΕΑ ΑΓΑΠΗ ΜΟΥ

Παρασκευή 21 Φεβρουαρίου 2014

Από αποθήκη στην Καλλιθέα,στο μουσείο της Μπαρτσελόνα

Ενας Ελληνας στη Μπαρτσελόνα. Ο τίτλος αρκούσε για να με τραβήξει για να μάθω την ιστορία του Αλέξανδρου Μπαβέα, του Ελληνα που βρέθηκε να εργάζεται στο μουσείο της Μπαρτσελόνα ως επικεφαλής της ομάδας που ελέγχει τα εισιτήρια των επισκεπτών και παρέχει την πρώτη βασική πληροφόρηση και τον πρώτο βασικό προσανατολισμό στους περιηγητές του. Περισσότερο από όλα μου έκανε εντύπωση ο τρόπος του κατά τη διάρκεια της ξενάγησης που παρείχε στον Κώστα Παπανικολάου κατά την πρώτη του επίσκεψη στο μουσείο. Οχι μόνο η γνώση, αλλά κυρίως ο τρόπος του και όσα αυτός υποδηλώνει. Ηταν σαν να ακούω έναν Καταλανό να μιλάει σε καθαρά ελληνικά.


Γιος ναυτικού, ο Αλέξανδρος έμαθε από μικρό παιδί να γνωρίζει λιμάνια. Εκανε, περίπου κυριολεκτικά, τον γύρο του κόσμου, τον οποίο είχε μάθει να ορίζει από τα λιμάνια του. Κι ήταν αυτό της Βαρκελώνης που τον μάγεψε, που τον έκανε να νιώσει οικεία αλλά και να σκεφτεί ότι θα ήθελε να γίνει αυτό το λιμάνι του, ο τόπος του. Αυτά τα συναισθήματα του γέννησαν την επιθυμία να διαβάσει, να μελετήσει τη Βαρκελώνη, να ανακαλύψει την ιστορία της Καταλονίας, να μάθει την καταλανική γλώσσα. Τον καιρό που ζούσε στη Νέα Σμύρνη, εργαζόταν ως αποθηκάριος στην Καλλιθέα για να βιοπορίζεται και όχι για να θρέφεται πνευματικά, και ζούσε τον αθλητισμό μέσα από τις επισκέψεις του στο Καραϊσκάκη για να δει τον αγαπημένο του Ολυμπιακό, ο Αλέξανδρος έκανε μια παράλληλη καταλανική ζωή. Συναναστρεφόταν από απόσταση, ψηφιακά, Καταλανούς, σύχναζε στο κλαμπ των φίλων της Μπαρτσελόνα στην Αθήνα, και όχι απλώς δεν έχανε ευκαιρία να ανακαλύπτει δεδομένα και να προσλαμβάνει καταλανικές παραστάσεις αλλά τις δημιουργούσε κιόλας αυτές τις ευκαιρίες. Εφτανε να προσκαλεί συγκροτήματα, ποιητές, συγγραφείς από τη Βαρκελώνη στην Αθήνα, να ετοιμάζει καταλανικές βραδιές, να αγοράζει για τον εαυτό του με αυτό τον τρόπο την τροφή που δεν έβρισκε στην Ελλάδα για να μυηθεί στον πολιτισμό, την κουλτούρα, τις αντιλήψεις και τις αξίες ζωής των Καταλανών.

Στο μεταξύ η κρίση τον άφησε χωρίς δουλειά, πριν από περίπου έναν χρόνο. Ο Αλέξανδρος όμως αυτή την ατυχία την αντιλήφθηκε ως ευκαιρία. Στα περίπου 33 του άφησε την Ελλάδα και βρέθηκε στη Βαρκελώνη, δίχως καμιά εγγύηση ότι θα βρει στέγη και δουλειά. Περιπλανήθηκε για δύο πολύ δύσκολους μήνες αναζητώντας, στην πραγματικότητα προκαλώντας, την ευκαιρία του. Και την βρήκε, μέσα από την πληροφορία μιας φίλης σχετικά με το “άνοιγμα” που ετοιμαζόταν να κάνει το νέο μουσείο της Μπαρτσελόνα και τις θέσεις εργασίας που αυτό δημιουργούσε. Εστειλε βιογραφικό. Τον πέρασαν από συνεντεύξεις, και ήταν αυτές που αποφάσισαν να του φτιάξουν την τύχη και όχι τα όσα έγραφε το βιογραφικό του. Η Μπάρτσα τον προσέλαβε επειδή είδε και κατάλαβε ότι είναι να κάνει με έναν Καταλανό που γεννήθηκε στην Ελλάδα και έχει την ελληνική για μητρική γλώσσα. Στην πραγματικότητα οι επιτελείς του μουσείου δεν νοιάστηκαν για την καταγωγή του, μάλιστα κάποιοι από αυτούς την ανακάλυψαν εκ των υστέρων, αφού ο Αλέξανδρος είχε φτάσει στο σημείο να μιλά τα καταλανικά σαν μητρική γλώσσα.

Ο Αλέξανδρος έχει σήμερα την τύχη να υποδέχεται τους περίπου 12 χιλιάδες (στη high season) καθημερινούς επισκέπτες του μουσείου της Μπαρτσελόνα και συγχρόνως να ζει στην αγαπημένη του Καταλονία. Βάζει μέσα του παραστάσεις σαν αυτές της επίσκεψης τουριστών που είναι ντυμένοι στα χρώματα της Ρεάλ και τυγχάνουν το ίδιο καλής μεταχείρισης με αυτούς της Μπάρτσα. Γνωρίζει ανθρώπους από όλο τον κόσμο. Διαπιστώνει ότι οι Ελληνες οπαδοί συμπεριφέρονται σαν κανονικοί άνθρωποι όταν το περιβάλλον, δηλαδή ένα τέτοιο μουσείο, τους “υποχρεώνει”, αφού τους εμπνέει. Αντιλαμβάνεται ότι οι μεγάλες ελληνικές ομάδες, όπως και η ΕΠΟ, χάνουν μια μεγάλη ευκαιρία να δημιουργήσουν ένα μουσείο για να διδάξουν σωστά την ιστορία τους στους νέους οπαδούς τους και συγχρόνως να δημιουργήσουν ένα σημαντικό νέο έσοδο. Εχει βεβαιωθεί ότι ένα τέτοιο μουσείο θα γλίτωνε έναν ελληνικό σύλλογο από τους “άκυρους” οπαδούς του, ότι θα διαπαιδαγωγούσε σωστά τους νέους οπαδούς του, ότι τελικά θα βοηθούσε τον σύλλογο να φτιάχνει αυθεντικούς οπαδούς και όχι κακέκτυπα σαν αυτά που κυκλοφορούν εσχάτως κατά χιλιάδες στα ελληνικά γήπεδα, ότι βοηθά τον σύλλογο να γεννήσει και νέους οπαδούς. Οχι τυχαία, ο Αλέξανδρος είναι αυθεντικός οπαδός του Ολυμπιακού, που έχει μελετήσει και κατανοήσει την ιστορία του, τις καταβολές του, έχει αναγνωρίσει και ταυτιστεί με τις αξίες που πρεσβεύει, είναι οπαδός που έβρισκε νόημα να πηγαίνει διαρκώς στο γήπεδο στα πέτρινα χρόνια, που δεν αντέχει αυτούς “που γίνονται Ολυμπιακοί μόνο για τα πρωταθλήματα”.

Μετά από έναν καφέ μαζί του στην Καλλιθέα, ένιωσα υποχρέωση να διηγηθώ την ιστορία του Αλέξανδρου. Για να την αφιερώσω σ' όλα αυτά τα παιδιά που συναντώ, ειδικά στη διάρκεια της τελευταίας περίπου 5ετίας, στις διαδρομές μου να ζητούν την άποψή μου σχετικά με τον επαγγελματικό προσανατολισμό τους και να ζητούν ενθάρρυνση για να κυνηγήσουν το όνειρό τους. Το παράδειγμα του Αλέξανδρου τεκμηριώνει τον ισχυρισμό ότι “γίνεται” ακόμη και σε αυτή, την εποχή της κρίσης. Δεν ισχυρίζομαι μ' αυτό ότι θα έχεις κι εσύ την τύχη να σε προσλάβει η Μπαρτσελόνα ή το κλαμπ, ή η εταιρεία της αρεσκείας του. Λέω όμως ότι η τύχη δεν πρόκειται να σε βρει αν δεν την προκαλέσεις. Και η διάκρισή σου, κι ο διαχωρισμός από τη μάζα, απ' τους πολλούς δεν πρόκειται να έρθει αν το πακέτο σου δεν αποκτήσει όσο το δυνατόν περισσότερα διαφοροποιητικά στοιχεία και συγκριτικά πλεονεκτήματα. Ο Αλέξανδρος δεν έψαχνε για μια δουλειά που πληρώνει τους λογαριασμούς. Πεινούσε να θρέψει την ψυχή του. Αν έχεις την πείνα του, φτιάξε το πλάνο σου και δώσε την ψυχή σου, βάλε ψυχή και όλο σου το θάρρος στο εγχείρημα για την υλοποίησή του. Γίνεται.

Ποια είναι η καλύτερη ώρα στη δουλειά του Αλέξανδρου; Οταν πηγαίνει να παραδώσει ή να πάρει τα κλειδιά από την Ασφάλεια της Μπάρτσα, εκεί που θα πέσει πάνω στον Μέσι, που ακούει μουσική, τον Τσάβι που πειράζει το ipad, τον Φάμπρεγας που μιλά σε παιδιά της Μασία. Δεν είναι οι στιγμές που τρέφουν την ψυχή του, αλλά αυτές που του δείχνουν έντονα ότι ζει το όνειρό του. Το όνειρο που κυνήγησε.
πηγή gazzetta.gr